lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εφευρίσκω στα γερμανικά

Λέξη:
εφευρίσκω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (6):
ausklügeln, erfinden, schelten, ausdenken, ausfindig, herausfinden
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά εφευρίσκω, εφευρίσκω συνώνυμα, εφευρίσκω συνωνυμο, εφευρίσκω ρήμα, ευρίσκω κλίση, εφευρίσκω στα γερμανικά, ausklügeln στα ελληνικά
εφευρίσκω στα γερμανικά