lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κουβαλώ στα γερμανικά

Λέξη:
κουβαλώ (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (4):
fahren, führen, übertragen, einfahren
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά κουβαλώ, ονειροκριτης κουβαλαω, κουβαλώ συνώνυμα, κουβαλώ στα γερμανικά, fahren στα ελληνικά
κουβαλώ στα γερμανικά