lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μπερδεύω στα γερμανικά

Λέξη:
μπερδεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (8):
gemischt, mischen, mixen, quirlen, rühren, verbinden, vermischen, verwirren
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά μπερδεύω, μπερδεύω τις λέξεις, μπερδεύω την γλωσσα μου, μπερδεύω τα λόγια μου, μπερδεύω συνώνυμο, μπερδεύω στα αγγλικα, μπερδεύω στα γερμανικά, gemischt στα ελληνικά
μπερδεύω στα γερμανικά