lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μπερδεύω στα ιταλικά

Λέξη:
μπερδεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (12):
commistione, composto, confondere, frammezzare, immischiarsi, impastare, mescere, mescolare, miscela, mischiare, miscuglio, mistura
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά μπερδεύω, μπερδεύω τις λέξεις, μπερδεύω την γλωσσα μου, μπερδεύω τα λόγια μου, μπερδεύω συνώνυμο, μπερδεύω στα αγγλικα, μπερδεύω στα ιταλικά, commistione στα ελληνικά
μπερδεύω στα ιταλικά