σαγηνευτικός στα αγγλικά σαγηνευτικός στα τσεχική σαγηνευτικός στα δανική σαγηνευτικός στα ισπανικά σαγηνευτικός στα γαλλικά σαγηνευτικός στα ιταλικά σαγηνευτικός στα νορβηγικά σαγηνευτικός στα ρωσικά σαγηνευτικός στα σουηδικά σαγηνευτικός στα λευκορωσίας σαγηνευτικός στα φινλανδικά σαγηνευτικός στα ουγγρική σαγηνευτικός στα πορτογαλικά σαγηνευτικός στα ρουμανική σαγηνευτικός στα ουκρανικά σαγηνευτικός στα πολωνική
ανακατεύω στα ουκρανικά συλλαβή στα αγγλικά όμως στα σλοβενική φύλλο στα δανική πιάνο στα εσθονική