lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σαγηνευτικός στα πορτογαλικά

Λέξη:
σαγηνευτικός (Αριθμός των γραμμάτων: 12)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (4):
atractivo, atraente, gracioso, sugestivo
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά σαγηνευτικός, σαγηνευτικός συνώνυμα, σαγηνευτικός αγγλικά, σαγηνευτικός στα πορτογαλικά, atractivo στα ελληνικά
σαγηνευτικός στα πορτογαλικά