lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συνετός στα γερμανικά

Λέξη:
συνετός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (13):
bedachtsam, bedächtig, behutsam, besonnen, gemessen, gescheit, klug, scharfsinnig, umsichtig, verhalten, verständig, vorsichtig, weise
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά συνετός, χρυσόστομοσ συνετόσ, συνετός συνώνυμο, συνετός συνώνυμα, συνετός παθολόγος, συνετός διονύσιος, συνετός στα γερμανικά, bedachtsam στα ελληνικά
συνετός στα γερμανικά