lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άναυδος στα δανική

Λέξη:
άναυδος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (4):
målløs, stille, stum, ustemt
Σχετικές λέξεις:
δανική άναυδος, έμεινα άναυδος, άναυδος συνώνυμο, άναυδος λεξικο, άναυδος ετυμολογία, άναυδος έμεινε το μεσημέρι ένας ψαράς στην πρέβεζα όταν διαπίστωσε, άναυδος στα δανική, målløs στα ελληνικά
άναυδος στα δανική