lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

έντερο στα δανική

Λέξη:
έντερο (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (4):
tarm, indenfor, indre, intern
Σχετικές λέξεις:
δανική έντερο, έντερο συμπτώματα, έντερο στα αγγλικά, έντερο πόνος, έντερο παθήσεις, έντερο μήκος, έντερο στα δανική, tarm στα ελληνικά
έντερο στα δανική