lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αέτωμα στα δανική

Λέξη:
αέτωμα (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (10):
bjerg, gavl, højdepunkt, klimaks, klint, øverst, spids, top, toppunkt, zenit
Σχετικές λέξεις:
δανική αέτωμα, αέτωμα του παρθενώνα, αέτωμα του εκατομπέδου, αέτωμα σουίτες - ξενώνας, αέτωμα παρθενώνα, αέτωμα ξενοδοχείο ναύπλιο, αέτωμα στα δανική, bjerg στα ελληνικά
αέτωμα στα δανική