lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αέτωμα στα νορβηγικά

Λέξη:
αέτωμα (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (12):
berg, fjell, fjelltopp, gavl, høydepunkt, klimaks, klint, rygg, spiss, tind, topp, toppunkt
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά αέτωμα, αέτωμα του παρθενώνα, αέτωμα του εκατομπέδου, αέτωμα σουίτες - ξενώνας, αέτωμα παρθενώνα, αέτωμα ξενοδοχείο ναύπλιο, αέτωμα στα νορβηγικά, berg στα ελληνικά
αέτωμα στα νορβηγικά