lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γερός στα δανική

Λέξη:
γερός (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (18):
bastant, fast, frisk, handlekraftig, høj, intens, intensiv, karsk, kraftig, kry, massiv, rask, robust, stork, stærk, sund, tyk, voldsom
Σχετικές λέξεις:
δανική γερός, γερόσ σαν, γερός συνωνυμα, γερός συγκριτικος βαθμος, γερός παραθετικα, γέρος γερός, γερός στα δανική, bastant στα ελληνικά
γερός στα δανική