lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γυμνός στα δανική

Λέξη:
γυμνός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (20):
absolut, bar, blank, forfængelig, hul, klar, kysk, lens, lys, lødig, nøgen, opdage, proper, pur, ram, ren, snu, tom, ærbar, øde
Σχετικές λέξεις:
δανική γυμνός, γυμνός στα δανική, absolut στα ελληνικά
γυμνός στα δανική