lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γυμνός στα φινλανδικά

Λέξη:
γυμνός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (18):
alaston, asumaton, autio, havainnollinen, kirkas, kuoppa, läpinäkyvä, netto, ontelo, ontto, paljas, paljastaa, puhdas, selvä, siisti, siveä, tyhjyys, tyhjä
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά γυμνός, γυμνός στα φινλανδικά, alaston στα ελληνικά
γυμνός στα φινλανδικά