lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εγκάρδιος στα δανική

Λέξη:
εγκάρδιος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (4):
hjertelig, inder, inderlig, varm
Σχετικές λέξεις:
δανική εγκάρδιος, εγκάρδιος συνώνυμο, εγκάρδιος συνώνυμα, εγκάρδιος αγγλικά, εγκάρδιος στα δανική, hjertelig στα ελληνικά
εγκάρδιος στα δανική