lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ειδικός στα δανική

Λέξη:
ειδικός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (9):
dreven, dygtig, ekspert, erfaren, fagmand, kyndig, mester, sagkyndig, dommer
Σχετικές λέξεις:
δανική ειδικός, ειδικός φόρος κατανάλωσης, ειδικός φόρος ακινήτων, ειδικός λογαριασμός κονδυλίων έρευνας εμπ, ειδικός λογαριασμός κονδυλίων έρευνας απθ, ειδικός λογαριασμός κονδυλίων έρευνας, ειδικός στα δανική, dreven στα ελληνικά
ειδικός στα δανική