lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ενώνω στα δανική

Λέξη:
ενώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (9):
annektere, forbinde, tilføje, forene, samle, koble, binde, blande, sammenfatte
Σχετικές λέξεις:
δανική ενώνω, πως ενώνω, ενώνω τις τελείες, ενώνω τελείες, ενώνω τελίτσες, ενώνω τα γράμματα, ενώνω στα δανική, annektere στα ελληνικά
ενώνω στα δανική