lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

λογαριάζω στα δανική

Λέξη:
λογαριάζω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (6):
beregne, kalkulere, regne, stipulere, konto, vurdere
Σχετικές λέξεις:
δανική λογαριάζω, λογαριάζω στα δανική, beregne στα ελληνικά
λογαριάζω στα δανική