lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πράσινος στα δανική

Λέξη:
πράσινος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (2):
grøn, grønlig
Σχετικές λέξεις:
δανική πράσινος, πράσινος χυμός, πράσινος τουρισμός, πράσινος λόφος, πράσινος καφές superfoods, πράσινος καφές superdiet, πράσινος στα δανική, grøn στα ελληνικά
πράσινος στα δανική