lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πράσινος στα ουκρανικά

Λέξη:
πράσινος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (3):
зелений, зелень, незрілий
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά πράσινος, πράσινος χυμός, πράσινος τουρισμός, πράσινος λόφος, πράσινος καφές superfoods, πράσινος καφές superdiet, πράσινος στα ουκρανικά, зелений στα ελληνικά
πράσινος στα ουκρανικά