lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σπέρνω στα δανική

Λέξη:
σπέρνω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
δανική σπέρνω, σπέρνω φασολάκια, σπέρνω φακές, σπέρνω σπόρους ντομάτας, σπέρνω σπανακι, σπέρνω ρόκα, σπέρνω στα δανική, så στα ελληνικά
σπέρνω στα δανική