lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σπέρνω στα πολωνική

Λέξη:
σπέρνω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (2):
obsiewać, siać
Σχετικές λέξεις:
πολωνική σπέρνω, σπέρνω φασολάκια, σπέρνω φακές, σπέρνω σπόρους ντομάτας, σπέρνω σπανακι, σπέρνω ρόκα, σπέρνω στα πολωνική, obsiewać στα ελληνικά
σπέρνω στα πολωνική