lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υποκύπτω στα δανική

Λέξη:
υποκύπτω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
δανική υποκύπτω, υποκύπτω συνώνυμα, υποκύπτω στα γαλλικα, υποκύπτω μετάφραση, υποκύπτω ετυμολογια, υποκύπτω αγγλικα, υποκύπτω στα δανική, undergå στα ελληνικά
υποκύπτω στα δανική