χιονίζω στα αγγλικά χιονίζω στα τσεχική χιονίζω στα γερμανικά χιονίζω στα ισπανικά χιονίζω στα γαλλικά χιονίζω στα ιταλικά χιονίζω στα νορβηγικά χιονίζω στα σουηδικά χιονίζω στα λιθουανική χιονίζω στα πορτογαλικά χιονίζω στα ρουμανική χιονίζω στα σλοβενική χιονίζω στα πολωνική
νεφελώδης στα νορβηγικά μερίδα στα ισπανικά εναλλάσσω στα δανική αυτοκρατορία στα αγγλικά συντηρητικός στα ουκρανικά
αυτοκρατορία τραπεζούντας νεφελώδης καιρός συντηρητικός ανθρωπος μερίδα φαγητού