lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: χιονίζω

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
snow
χιονίζω
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
sněžit
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schneien
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
sne
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
nevar
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
neigea, neigeait, neiger, neigera, neigerait, neigeât, neigé
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
fioccare, nevicare
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
snø
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
snö, snöa
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
snigti
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
nevar
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
ninge, zăpadă
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
snežiti
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
śnieżyć