lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: επέκταση

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
build-up, development, extension
επέκταση
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
rozšíření, zvětšení
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
ausbau
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
agrandissement
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
расширение
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
utbyggnad
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
расшырэнне
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
fejlesztés, kiépítés
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
generalizais
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
dezvoltare
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
expanzia
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
відстрочка, дзвоник, дзвін, дзвінок, експансія, ескалація, збільшення, опрацювання, поширення, поширювання, продовження, простір, протяг, підсилення, підсилювання, розбудова, розвинення, розвиток, розгортання, розширення
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
rozbudowa

Σχετικές λέξεις

επέκταση υπολοίπου, επέκταση υπολοίπου cu, επέκταση υπολοίπου vodafone, επέκταση υπολοίπου what's up, επέκταση συνώνυμα, επέκταση μετρό, επέκταση υπολοίπου q, επέκταση τραμ, επέκταση προτύπων γραφικών στοιχείων, επέκταση usb