lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: ζω

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
be, exist, live, subsist, survival
ζω
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
být, existovat, prožít, trvat, žít
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
bestehen, existieren, leben
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
eksistere, findes, leve
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
existir, subsistir, vivir
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
boulotter, entoure, existe, exister, subsister, vivre
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
campare, dimorare, esistere, essere, sopravvivere, sussistere, vivere
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
eksistere, leva, leve
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
жить, существовать
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
leva, leve
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
jam, jetoj, rroj
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
elellä, elää
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
živjeti
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
élni
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
būti, egzistuoti, gyventi
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
existir, subsistir, vibre, viver
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
мешкати
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
żyć

Σχετικές λέξεις

ζω για σενα μονο, ζω παλληνη, ζω για σενα, ζω φωκιδα, ζω εδω στιχοι, ζω κλιση, ζω γαλανη, ζω τη στιγμη, ζω για σενα παριος στιχοι, ζω οικολογικα