lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: ιδρώνω

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
perspire, steam, sweat, transpire
ιδρώνω
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schwitzen, schwätzen
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
sjette, svede
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
sudar, transpirar
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
ressuer, suer, transpirer
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
sudare, traspirare
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kaldsvette, svettas, svette
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
потеть
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
svettas
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
higistama
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hikoilla, hiota
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
izzad, izzadni, verítékezni
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
prakaituoti
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
suar, transpirar
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
pocić

Σχετικές λέξεις

ιδρώνω στον ύπνο, ιδρώνω εύκολα, ιδρώνω πολύ στον ύπνο μου, ιδρώνω πολύ, ιδρώνω το βράδυ, ιδρώνω τη νύχτα, ιδρώνω στις μασχάλες, ιδρώνω στα αγγλικά, ιδρώνω αγγλικά, ιδρώνω υπερβολικά