βουκολικός στα αγγλικά βουκολικός στα τσεχική βουκολικός στα γερμανικά βουκολικός στα δανική βουκολικός στα γαλλικά βουκολικός στα νορβηγικά βουκολικός στα ρωσικά βουκολικός στα σουηδικά βουκολικός στα λευκορωσίας βουκολικός στα ουγγρική βουκολικός στα σλοβακική βουκολικός στα ουκρανικά βουκολικός στα πολωνική
φυτό στα σλοβακική κλάσμα στα ρωσικά σβελτάδα στα γαλλικά εξασφαλίζω στα γερμανικά μέλος στα νορβηγικά
εξασφαλίζω λεξικό φυτό δράκαινα κλάσμα εξωθησης μέλος εφορευτικής επιτροπής