lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υποβοηθώ στα ισπανικά

Λέξη:
υποβοηθώ (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (5):
acorrer, asistir, auxiliar, ayudar, socorrer
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά υποβοηθώ, υποβοηθώ στα ισπανικά, acorrer στα ελληνικά
υποβοηθώ στα ισπανικά