lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υποβοηθώ στα δανική

Λέξη:
υποβοηθώ (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (4):
bistå, hjælpe, hjerpe, monne
Σχετικές λέξεις:
δανική υποβοηθώ, υποβοηθώ στα δανική, bistå στα ελληνικά
υποβοηθώ στα δανική