lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ευδιάκριτος στα ιταλικά

Λέξη:
ευδιάκριτος (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (8):
alto, eminente, esimio, grosso, illustre, notevole, ragguardevole, saliente
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά ευδιάκριτος, ευδιάκριτοσ συνώνυμα, ευδιάκριτος συνώνυμο, ευδιάκριτος στα ιταλικά, alto στα ελληνικά
ευδιάκριτος στα ιταλικά