lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ευδιάκριτος στα νορβηγικά

Λέξη:
ευδιάκριτος (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (12):
atskillig, bemerkelsesverdig, betraktelig, framstående, fremragende, fremstående, fremtredende, høy, markant, prominent, påfallende, utpreget
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά ευδιάκριτος, ευδιάκριτοσ συνώνυμα, ευδιάκριτος συνώνυμο, ευδιάκριτος στα νορβηγικά, atskillig στα ελληνικά
ευδιάκριτος στα νορβηγικά