lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ευδιάκριτος στα πορτογαλικά

Λέξη:
ευδιάκριτος (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (9):
alto, destacado, distinguido, eminente, excelente, famoso, ilustre, insigne, notável
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ευδιάκριτος, ευδιάκριτοσ συνώνυμα, ευδιάκριτος συνώνυμο, ευδιάκριτος στα πορτογαλικά, alto στα ελληνικά
ευδιάκριτος στα πορτογαλικά