lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κατάλοιπο στα ιταλικά

Λέξη:
κατάλοιπο (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (9):
avanzo, resto, rimanente, residuo, rimanenza, rimasuglio, vestigio, restante, detrito
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά κατάλοιπο, κατάλοιπο του solow, κατάλοιπο συνώνυμο, κατάλοιπο στα αγγλικά, κατάλοιπο εξουσίας, κατάλοιπο solow, κατάλοιπο στα ιταλικά, avanzo στα ελληνικά
κατάλοιπο στα ιταλικά