lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κατάλοιπο στα σουηδικά

Λέξη:
κατάλοιπο (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (8):
återstod, efterkänning, levning, relik, rest, slump, behållning, växel
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά κατάλοιπο, κατάλοιπο του solow, κατάλοιπο συνώνυμο, κατάλοιπο στα αγγλικά, κατάλοιπο εξουσίας, κατάλοιπο solow, κατάλοιπο στα σουηδικά, återstod στα ελληνικά
κατάλοιπο στα σουηδικά