lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παραγωγή στα ιταλικά

Λέξη:
παραγωγή (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (13):
efficienza, estrazione, fabbricazione, messe, mietitura, prestazione, produzione, profitto, raccolta, raccolto, rendimento, resa, ricavo
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά παραγωγή, παραγωγή υδρογόνου, παραγωγή μπύρας, παραγωγή μελιού, παραγωγή κρασιού, παραγωγή καπνού, παραγωγή στα ιταλικά, efficienza στα ελληνικά
παραγωγή στα ιταλικά