lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παραγωγή στα ουγγρική

Λέξη:
παραγωγή (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (12):
alkotás, aratás, hathatósság, hatásfok, kiadósság, kimenet, kreativitás, műalkotás, teljesítmény, termelékenység, termelés, termés
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική παραγωγή, παραγωγή υδρογόνου, παραγωγή μπύρας, παραγωγή μελιού, παραγωγή κρασιού, παραγωγή καπνού, παραγωγή στα ουγγρική, alkotás στα ελληνικά
παραγωγή στα ουγγρική