lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

περπατώ στα ιταλικά

Λέξη:
περπατώ (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (9):
andare, camminare, funzionare, seguire, procedere, attraversare, passare, superare, varcare
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά περπατώ, περπατώ στο δάσος, περπατώ περπατώ μεσ την πολη, περπατώ περπατώ μες το δασος zouzounia, περπατώ περπατώ μες το δασος, περπατώ περπατώ εισ το δάσοσ όταν ο λύκοσ δεν είναι εδώ, περπατώ στα ιταλικά, andare στα ελληνικά
περπατώ στα ιταλικά