lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σκαλίζω στα ιταλικά

Λέξη:
σκαλίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (3):
scolpire, ritagliare, macellare
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά σκαλίζω, σκαλίζω τη μύτη μου, σκαλίζω συνώνυμα, σκαλίζω στα ιταλικά, scolpire στα ελληνικά
σκαλίζω στα ιταλικά