lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: κέρμα

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
coin, dime, farthing, picayune, piece, specie
κέρμα
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
drobné, díl, kousek, kus, peníz, peníze, součást
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
münze, stück, teil
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
mynte, mønt, penge, slant, stykke
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
dinero, moneda, pieza
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
argent, besant, monnaie, pièce, écu
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
denaro, moneta, pezza, pezzo, zecca
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
mynt, penge, penger, slant, stykke
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
монета
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
mynt, peng, pengar, slant
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
copë, monedhë
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
монета
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kappale, pala, raha, shakkinappula
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
komad, kovanica, novac
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
pénzérme, ércpénz, érme
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
moneta
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
bocado, moeda, naco, pedaço
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
bucată
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
монета
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
moneta

Σχετικές λέξεις

κέρμα ελλάς επε, κέρμα 500 δραχμών, κέρμα ονειροκρίτης, κέρμα 500 δραχμές, κέρμα των 500 δραχμών, κέρμα οτε, κέρμα ευρώ, το κέρμα, ρέμος κέρμα, πεντακοσάρικο κέρμα