lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: κρίκος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
cell, juncture, link, nexus, shackle
κρίκος
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
kadeř, očko, článek
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
elektrotechniker, gelenk, glied, kettenglied, zelle
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
element
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
eslabón, malla, vínculo
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
anneau, chaînon, maille, maillon
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
maglia, pila
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
element
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
звено
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
element, länk
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
лаўка
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
láncszem
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
anal, anel, vínculo
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
кільце, ланка, ланку, політ, рейс, сполучення, ступати, узи, хода
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
ogniwo

Σχετικές λέξεις

κρίκος πετράλωνα, κρίκος αγάπης, κρίκος ζωής, κρίκος οδοντοφυΐας, κρίκος ford, κρίκος αε, κρίκος ασφαλείας, κρίκος θεσσαλονίκη, κρίκος σταύρος, κρίκος για μπρελόκ