lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άδειος στα λευκορωσίας

Λέξη:
άδειος (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (10):
ганарысты, дарэмны, марны, пусты, пыхлівы, славалюбны, фанабэрысты, парожні, вольны, свабодны
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας άδειος, άδειος συνώνυμα, άδειος συλλαβισμός, άδειος σάκος κύησης, άδειος σάκος εγκυμοσύνης, άδειος σάκος, άδειος στα λευκορωσίας, ганарысты στα ελληνικά
άδειος στα λευκορωσίας