lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άδειος στα ρωσικά

Λέξη:
άδειος (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (22):
бесплодный, бесполезный, волен, вольный, дупло, напрасный, незанятый, открытый, порожний, пробельный, пуст, пустоватый, пустой, пустотелый, свободен, свободный, тщеславен, тщеславный, тщетный, фразерский, фразёрский, холостой
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά άδειος, άδειος συνώνυμα, άδειος συλλαβισμός, άδειος σάκος κύησης, άδειος σάκος εγκυμοσύνης, άδειος σάκος, άδειος στα ρωσικά, бесплодный στα ελληνικά
άδειος στα ρωσικά