lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αποδεκατίζω στα λευκορωσίας

Λέξη:
αποδεκατίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (4):
выводзіць, вынішчаць, губіць, знішчаць
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας αποδεκατίζω, αποδεκατίζω συνώνυμα, αποδεκατίζω σημασια, αποδεκατίζω ετυμολογία, αποδεκατίζω στα λευκορωσίας, выводзіць στα ελληνικά
αποδεκατίζω στα λευκορωσίας