lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κενό στα λευκορωσίας

Λέξη:
κενό (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (10):
пусты, ганарысты, дарэмны, марны, пыхлівы, славалюбны, фанабэрысты, пустата, парожні, вакансія
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας κενό, κενό τουρκικό εφίππιο, κενό σύνολο, κενό ρεκ, κενό μόρφημα, κενό επίθημα, κενό στα λευκορωσίας, пусты στα ελληνικά
κενό στα λευκορωσίας