προτελευταίος στα αγγλικά προτελευταίος στα γερμανικά προτελευταίος στα ισπανικά προτελευταίος στα γαλλικά προτελευταίος στα ιταλικά προτελευταίος στα ρωσικά προτελευταίος στα ουγγρική προτελευταίος στα ουκρανικά προτελευταίος στα πολωνική
διακρίσεις στα ρωσικά γυαλίζω στα πολωνική συχνά στα κροατικά διέξοδος στα τσεχική μονάδα στα ουγγρική
διέξοδος μεσολόγγι διακρίσεις διοικητικών πράξεων συχνά συνώνυμο γυαλίζω ασημικά μονάδα ανθρώπινης εργασίας