lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αντικείμενο στα νορβηγικά

Λέξη:
αντικείμενο (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (18):
disiplin, emne, fag, forretning, føremål, gjenstand, greie, hensikt, komplement, motiv, mål, objekt, sak, skolefag, subjekt, tema, ting, tingest
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά αντικείμενο, αντικείμενο συνώνυμο, αντικείμενο στα νέα ελληνικά, αντικείμενο ρήματος, αντικείμενο κατηγορούμενο ασκήσεις, αντικείμενο και κατηγορούμενο, αντικείμενο στα νορβηγικά, disiplin στα ελληνικά
αντικείμενο στα νορβηγικά