lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αντικείμενο στα πορτογαλικά

Λέξη:
αντικείμενο (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (22):
alvo, artigo, assunto, caso, cestito, coisa, complemento, cosa, costura, ente, fenómeno, fim, lema, mira, motivo, negócio, objecto, questão, sujeito, suplemento, tema, tópico
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά αντικείμενο, αντικείμενο συνώνυμο, αντικείμενο στα νέα ελληνικά, αντικείμενο ρήματος, αντικείμενο κατηγορούμενο ασκήσεις, αντικείμενο και κατηγορούμενο, αντικείμενο στα πορτογαλικά, alvo στα ελληνικά
αντικείμενο στα πορτογαλικά