lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δικαιοδοσία στα νορβηγικά

Λέξη:
δικαιοδοσία (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (2):
jurisdiksjon, rettsvesen
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά δικαιοδοσία, δικαιοδοσία συνωνυμα, δικαιοδοσία πολιτικών δικαστηρίων, δικαιοδοσία ορισμός, δικαιοδοσία ναυτοδικείου, δικαιοδοσία κυπριακών δικαστηρίων, δικαιοδοσία στα νορβηγικά, jurisdiksjon στα ελληνικά
δικαιοδοσία στα νορβηγικά